Πολλά φυτά παράγουν ρητίνες και κόμμεα στα προκληθέντα τραύματα ή γύρω από τους φυλλοβόλους οφθαλμούς. Αυτές οι ουσίες καθιστούν αδιαπέραστα τα σημεία αυτά στο νερό και τα προστατεύουν από πιθανούς εισβολείς, όπως βακτήρια, μύκητες, έντομα και άλλους εχθρούς. Οι μέλισσες συχνά συλλέγουν αυτές τις ρητίνες και τα κόμμεα και τα χρησιμοποιούν μέσα στην κυψέλη, όπου παρέχουν στις μέλισσες και τη φωλιά τους την ίδια προστασία που παρέχουν και στα φυτά.
Στις ουσίες αυτές έχει δοθεί το όνομα πρόπολη που προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις “προ” και “πόλις” (προ της πόλης), επειδή οι μέλισσες τη χρησιμοποιούν, για να μειώνουν το άνοιγμα της εισόδου της κυψέλης. Οι μέλισσες μέσα στην κυψέλη ή τη φυσική φωλιά τους χρησιμοποιούν την πρόπολη, για να επιχρίουν τα εσωτερικά τοιχώματα ή να κλείνουν όλες τις σχισμές και χαραμάδες τόσο καλά, που κάθε είδος ζωντανού που πιθανόν να κρύβεται εκεί μέσα να μη δημιουργεί κίνδυνο για τις μέλισσες.
Επίσης οι μέλισσες ταριχεύουν με την πρόπολη μεγαλόσωμα ζώα, όπως ποντίκια, που πέθαναν μέσα στην κυψέλη και δεν είναι σε θέση να τα μεταφέρουν έξω. Η πρόπολη δεν επιτρέπει την ανάπτυξη δυσοσμιών και μικροβίων. Οι μέλισσες χρησιμοποιούν ακόμη την πρόπολη για να επιχρίουν τα κελιά των κηρήθρων μετά την εκκόλαψη των μελισσών και να τα αποστειρώνουν ώστε αυτά να είναι έτοιμα, για να γεννήσει η βασίλισσα (Χαριζάνης, 1996).
Οι μέλισσες μεταφέρουν την πρόπολη στα καλαθάκια γύρης. Ένα φορτίο πρόπολης έχει περίπου το μέγεθος και το σχήμα του φορτίου της γύρης. Οι εργάτριες δεν μπορούν να ξεφορτώσουν το φορτίο μόνες, αλλά χρειάζονται και τη βοήθεια άλλων εργατριών. Η φορτωμένη εργάτρια πηγαίνει στο σημείο της κυψέλης, όπου χρειάζεται πρόπολη και περιμένει τις άλλες εργάτριες να την αφαιρέσουν από τα πόδια της χρησιμοποιώντας τα σαγόνια τους. Αναφέρεται ότι μία εργάτρια χρειάσθηκε να περιμένει 7 ώρες. μέχρι να αφαιρέσουν την πρόπολη από τα πόδια της οι άλλες εργάτριες. Κατά τη διάρκεια αυτής της αναμονής δεν έκανε καμία προσπάθεια να αφαιρέσει την πρόπολη μόνη της. Όπως και με το νερό, οι μέλισσες δεν αποθηκεύουν την πρόπολη στα κελιά των κηρήθρων.
Η πρόπολη είναι μία πολύπλοκη ουσία και υπάρχει μεγάλη παραλλαγή στα διάφορα δείγματα. Το χρώμα ποικίλλει από καφέ – πράσινο ως καφέ – κόκκινο. Στη συνηθισμένη θερμοκρασία (20° C) είναι μαλακή και κολλάει, ενώ σε χαμηλότερη θερμοκρασία γίνεται σκληρή και είναι εύθραυστη. Τήκεται στους 66° C περίπου. Διαλύεται στην ακετόνη, βενζίνη ομως τα διαλύματα αυτά είναι καυστικά και δεν πρέπει να έρχονται σε επαφή με το δέρμα. Διαλύεται λιγότερο στο οινόπνευμα, αλλά η χρήση τού δεν είναι επικίνδυνη (Χαριζάνης, 1996).
Αντιοξειδωτική δράση της πρόπολης
Λαμβάνοντας υπόψη τις βιολογικές δράσεις της πρόπολης, αξίζει να επικεντρωθούμε ιδιαίτερα στις αντιοξειδωτικές ιδιότητες που εκδηλώνει, μέσω των οποίων αναφέρεται ότι μπορεί να προστατεύσει ή και να θεραπεύσει βλάβες που εμφανίζονται στο δέρμα μέσω της επίδρασης των ελευθέρων ριζών (Reactive Oxygen Species, ROS). Το δέρμα βρίσκεται σε συνεχή έκθεση στις ελεύθερες ρίζες οι οποίες παράγονται μέσω της εξελικτικής διαδικασίας γήρανσης καθώς και μέσω εξωτερικών ερεθισμάτων όπως ιονίζουσας και υπεριώδους ακτινοβολίας. Είναι ευρέως γνωστό ότι η ηλιακή ακτινοβολία, σε συνδυασμό με άφθονη παροχή οξυγόνου (το οποίο μεταβολίζεται σε ROS), προκαλεί ανεπιθύμητες και επιβλαβείς επιπτώσεις στο δέρμα μέσω του οξειδωτικού στρες (ανισορροπία μεταξύ οξειδωτικών και αντιοξειδωτικών ουσιών σε βάρος των δεύτερων), καθιστώντας τα ενδογενή αντιοξειδωτικά συστήματα ανεπαρκή. Επομένως, η ανάπτυξη ενός σκευάσματος για τοπική χρήση που να περιλαμβάνει εκχύλισμα πρόπολης θεωρείται απόλυτα δικαιολογημένη και χρηστική.
Αντιβακτηριακή δράση της πρόπολης
Η in vitro δράση της πρόπολης έναντι ενός μεγάλου φάσματος βακτηρίων έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ερευνητών. Υψηλή ευαισθησία παρουσίασαν 75 στελέχη βακτηρίων σε εκχυλίσματα πρόπολης. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι τα εκχυλίσματα πρόπολης αναστέλλουν την ανάπτυξη πολλών βακτηρίων θετικών κατά Gram (αερόβιων και αναερόβιων), όπως στελέχη των Streptococcus και Bacillus , Pseudomonas aeruginosa και Escherichia coli αλλά έχουν περιορισμένη δράση έναντι στα αρνητικά κατά Gram βακτήρια όπως το Klebsiella pneumoniae (Μarcucci, 1995).
Τα εκχυλίσματα πρόπολης έχει παρατηρηθεί ότι έχουν συνεργιστική επίδραση με ορισμένα αντιβιοτικά όπως η στρεπτομυκίνη και η οξακυλλίνη ενάντια στον Staphylococcus aureus και με αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται ενάντια στα μυκοβακτήρια. Η παρουσία της πρόπολης αποτρέπει ή μειώνει οποιαδήποτε βαθμιαία αύξηση της ανθεκτικότητας των σταφυλόκοκκων στα αντιβιοτικά.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ της πρόπολης και των αντιμικροβιακών παραγόντων θα μπορούσαν να μειώσουν τις κλινικές συγκεντρώσεις αυτών των φαρμάκων μειώνοντας έτσι την εμφάνιση παρενεργειών. Επίσης μπορούν να συμβάλλουν στον έλεγχο των ανθεκτικών στελεχών των βακτηρίων και να ενδυναμώσουν την αντιβιοτική θεραπεία (Orsi et al., 2012).
Η αντιμικροβιακή δράση της πρόπολης, οφείλεται στα περιεχόμενα συστατικά της που εξαρτώνται από τη χημική της σύνθεση και μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την περιοχή και την εποχή. Τα κύρια συστατικά τα οποία εκδηλώνουν αντιμικροβιακές ιδιότητες είναι τα φλαβονοειδή, ορισμένα αρωματικά οξέα και οι εστέρες.
Αντιϊική δράση της πρόπολης
Σε ιολογικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί με εκχυλίσματα πρόπολης που λαμβάνονται με διάφορους διαλύτες, μερικά είχαν επιπτώσεις στην αναπαραγωγή των ιών της γρίπης Α και Β, του ιού της δαμαλίτιδας και του ιούτης ψευδοπανωλης. Οι Amoros et al. (1992a, 1992b) ερεύνησαν την in vitro επίδραση της πρόπολης σε διάφορους DNA και RNA ιούς. Παρατηρήθηκε με σαφήνεια η αναστολή του πολλαπλασιασμού του ιού της πολυομυελίτιδας. Εκτός από την επίδρασή της πρόπολης στον πολλαπλασιασμό των ιών, βρέθηκε ότι ασκεί μια ιοκτόνο δράση στον ιό του έρπητα (HSV) και στον ιό της φυσαλιδώδους στοματίτιδας (VSV).Τα φλαβονοειδή και τα παράγωγα των αρωματικών οξέων παρουσιάζουν αντιϊική δράση.
Οι Serkedjieva et al. (1992) έδειξαν ότι ο φερουλικός ισοπεντυλεστέρας ανέστειλε την μολυσματική δράση του ιού της γρίπης A/Hong Kong (H3N2). Οι Debiaggi et al. (1990) εξέτασαν τη δράση διαφόρων φλαβονοειδών που ανευρίσκονται στη πρόπολη (ακακετίνη, καμφερόλη, χρυσίνη, κερκετίνη και γκαλαγκίνη). Δυο από αυτά, η χρυσίνη και ηκαμφερόλη, είχαν ισχυρή ανασταλτική δράση εμποδίζοντας τον πολλαπλασιασμό διαφόρων τύπων ερπητοϊών, αδενοϊών και ενός ροταϊού. Αναφέρεται επίσης ότι η ακακετίνη και η γκαλαγκίνη δεν εκδήλωσαν ισχυρή αντιϊκή δράση, ενώ η κερκετίνη ήταν η λιγότερο αποτελεσματική.Ορισμένοι συγγραφείς υποστήριξαν ότι η αντιϊική δράση της πρόποληςοφείλεται τόσο στα κύρια συστατικά όσο και στα δευτερεύοντα συστατικά όπως το 3-μεθυλοβουτ-2-ενυλο καφεϊκό οξύ και το 3-μεθυλοβουτυλο φερουλικό οξύ (Marcucci, 1995).
Έχει αναφερθεί ότι η πρόπολη μπορεί να επιδείξει ισχυρότερη δράση στην θεραπεία του έρπητα γεννητικών οργάνων, από ότι η αντιϊκή φαρμακευτική αγωγή με ακυκλοβίρη και υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη χρησιμοποίηση της πρόπολης στη θεραπεία του HIV (De Clercq, 2000).
Αντιμυκητιακή δράση της πρόπολης
Οι Millet-Clerc et al. (1987) ανέφεραν ότι η πρόπολη παρουσίασε σημαντική αντιμυκητιακή δραστηριότητα ενάντια σε Trichophyton και Mycrosporum παρουσία γλυκόλης προπυλενίου, η οποία αλληλεπιδρά συνεργικά σε μια συγκέντρωση 5%. Συνδυασμοί μερικών μυκητοκτόνων με πρόπολη (10%) αύξησαν τη δραστηριότητά τους ενάντια στις ζύμες Candida albicans. Η μέγιστη συνεργιστική επίδραση ενάντια στα περισσότερα στελέχη λήφθηκε όταν προστέθηκε πρόπολη στα αντιμυκητιακά φάρμακα (Holderna και Kedzia, 1987).
Οι Lisa et al. (1989) έλεγξαν την αντιμυκητιακήδραστηριότητα εκχυλισμάτων πρόπολης (10% σε αιθανόλη) ενάντια σε 17 παθογόνους μύκητες. Το εκχύλισμα πρόπολης εμπόδισε τον Candida και όλα τα δερματόφυτα που εξετάστηκαν. Fernandes Junior et al. (1994) αξιολόγησαν την αντιμυκητιακή δραστηριότητα των εκχυλισμάτων πρόπολης ενάντια στο C. albicans, το C. parapsilosis , το C. tropicalis και το C. guilliermondii, το 98% των δειγμάτων των μυκήτων ήταν ευαίσθητοι σε συγκεντρώσεις εκχυλίσματος λιγότερο από 5.0%. Ο Lori (1990) παρατήρησε ότι σε in vitro δοκιμές, συγκεντρώσεις πρόπολης 5 ή 10% απέτρεψαν την αύξηση του Trichophyton verrucosum (Marcucci, 1995).
Σε Ελληνική πρόπολη από την Πρέβεζα, βρέθηκε ότι η χρυσίνη η οποία είναι γνωστή για την αντιφλεγμονώδη της δράση, έδειξε ισχυρή δράση έναντι παθογόνων μυκήτων (όπως P. aeruginosa) (Melliou & Chinou, 2004).
Αντικαρκινική δράση της πρόπολης
Σε πολλές χώρες, οι αντικαρκινικές ιδιότητες της πρόπολης είναι αντικείμενοπολυάριθμων επιστημονικών μελετών και οι οποίες έχουν σε μεγάλο βαθμό αποδειχθεί. Η πρόπολη καταπολεμά την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρωνμε διάφορους μηχανισμούς. Η οξείδωση των κυττάρων είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες καρκίνου. Τα φλαβονοειδή και άλλα συστατικά της πράσινης πρόπολης έχουν σε μεγάλοβαθμό αντιοξειδωτική δράση. Έχει αποδειχθεί η ικανότητά τους νααιχμαλωτίζουν τα αντιδραστικά είδη οξυγόνου και να προστατεύουν από την οξείδωση τα λιπίδια της μεμβράνης και τη βιταμίνη C. Αυτό οφείλεται σε δύο από τα συστατικά της, κυρίως στο φαινολικό εστέρα του καφεϊκού οξέος και τη γαλαγγίνη.
Όσο αφορά την άμεση αντικαρκινική δράση, το αιθυλικό εκχύλισμα της πράσινης πρόπολης έδειξε in vitro ότι μετατρέπει τα καρκινικά ανθρώπινα κύτταρα του ήπατος και των ωοθηκών, αναστέλλοντας κατά τον τρόπο αυτόν την ανάπτυξή τους (Matsuno, 1992). Η κυτταροτοξική αυτή επίδραση οφείλεται στις ουσίες της πρόπολης: κερκετίνη, καφεϊκό οξύ και διτερπένια τύπου κλεροδανίου. Η τελευταία ουσία παρουσιάζει ενισχυμένη τοξικότητα έναντι των κυττάρων που είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία όγκων. Επίσης, άλλες μελέτες in vitro κατέληξαν σε κυτταροτοξικά και κυτταροστατικά αποτελέσματα έναντι των καρκινικών κυττάρων των ωοθηκών και του σαρκώματος σε ποντίκια. (Ross, 1990).
Ο καφεϊκός όξινος φαινολικός εστέρας παρουσιάζει κυτταροτοξική δράση σε ανθρώπινα και ζωικά καρκινικά κύτταρα: καρκίνωμα του μαστού, μελάνωμα, καρκίνος του εντέρου και καρκίνωμα των νεφρών (Grunberger et al, 1988). Η κυτταροτοξική δράση του καφεϊκού όξινου φαινολικού εστέρα έγκειται σε πολλούς μηχανισμούς (επαγωγή απόπτωσης των αλλοιωμένων κυττάρων, αναστολή του παράγοντα μεταγραφής NF-kB). Πρόσφατα, ανακαλύφθηκε η δράση του στην αποκατάσταση της διακυτταρικής επικοινωνίας δια των χασματοσυνδέσεων (Gap Junctional Intercellular communication /GJIC), παράγοντας που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της ομοιόστασης των πολυκυτταρικών οργανισμών και στη ρύθμιση του πολλαπλασιασμού, της διαφοροποίησης και της απόπτωσης των κυττάρων. Η ανεπάρκεια του GJIC παίζει σημαντικό ρόλο κατά την αρχική περίοδο της καρκινογένεσης. Εντούτοις, η παρουσία του είναι στενά συνδεδεμένη με την καταστολή των καρκινικών φαινοτύπων.
Μία άλλη απομονωμένη ουσία της πράσινης πρόπολης, η Anterpiline C, παρουσιάζει in vitro κυτταροτοξική αποτελεσματικότητα έναντι των ανθρώπινων κυττάρων του γαστρικού καρκινώματος, του καρκινώματος των πνευμόνων, καθώς και των καρκινικών κυττάρων του εντέρου, όπως αποδεικνύουν μελέτες σε ποντίκια. (Kimoto, et al, 1995). Γενικότερα, τα μονοτερπένια, και ιδιαίτερα αυτά που βρίσκονται στο βασικό έλαιο της Melaleuca alternifolia (α-πινένιο, β-πινένιο) έχουν αντικαρκινική δράση. Αναστέλλουν το μηχανισμό μεταγραφής της μικρής πρωτεΐνης G, αναστέλλοντας έτσι τη μετατροπή και αλλοιώνοντας την έκφραση των γονιδίων. Μία μελέτη αποδεικνύει τη συμβολή τους στη μείωση των όγκων του μαστού.
Η πρόπολη μπορεί να ενισχύσει την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος σε ποντίκια (Manolova et al, 1987). Πρόσφατα, Ιάπωνες ερευνητές απέδειξαν τη σχέση του εκχυλίσματος της πρόπολης με την ενεργοποίηση των μακροφάγων που συνδέονται με τις ανοσοποιητικές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού (Moriyasu, et al, 1993). Επίσης, η πρόπολη ενεργοποιεί τα κύτταρα που ευθύνονται για την παραγωγή κυτταροκινών.
Άλλες μελέτες απέδειξαν ότι η πρόπολη είναι δυνατό να καταστείλει το διπλασιασμό του HIV-1 και να διαμορφώσει in vitro την ανοσοποιητική αντίδραση (Harish, et al, 1997). Σε μια μελέτη η πρόπολη αποδείχθηκε πιο αποτελεσματική από ότι μεμονωμένα τα συστατικά της. Συγκεκριμένα συστατικά, γνωστά για την αντικαρκινική τους δράση και τα οποία περιέχονται στην πρόπολη, αποδείχτηκαν λιγότερο αποτελεσματικά στον έλεγχο της εκδήλωσης μεταστάσεων όταν χορηγούνται μεμονωμένα από ότι όταν δίνονται άμεσα με την πρόπολη σε ποντίκια. Τα ποντίκια χωρίς θεραπεία εκδήλωσαν κατά μέσο όρο 62 μεταστάσεις. Με ενέσεις καφεϊκού οξέος, ο αριθμός έπεσε σε 43 κατά μέσο όρο, και σε 22 με την πρόπολη. Οι ερευνητές κατέληξαν ότι υπάρχει σε μεγάλο βαθμό συνέργεια ανάμεσα στα διαφορετικά συστατικά και η οποία μεγιστοποιεί τη δράση τους. (Να σημειωθεί ότι αν η αγωγή χορηγηθεί προληπτικά, δηλαδή πριν την εμφάνιση του καρκίνου, τα αποτελέσματα είναι ακόμα πιο θεαματικά).
Η πρόπολη επίσης ενισχύει την αποτελεσματικότητα της χημειοθεραπείας. Δύο είδη μελετών έρχονται να ενισχύσουν το παραπάνω συμπέρασμα. Η πρώτη πραγματοποιήθηκε από ομάδα του Ζάγκρεμπ. Αρχικά, η μελέτη, επισημαίνει ότι η πρόπολη αποδείχτηκε πιο αποτελεσματική από ότι ένα προϊόν που συνήθως χρησιμοποιείται στη χημειοθεραπεία, την επιρουμπικίνη. Για 62 μεταστάσεις που εκδηλώθηκαν κατά μέσο όρο σε ποντίκια χωρίς χορήγηση θεραπείας, η χημειοθεραπεία πέτυχε να μειώσει τον αριθμό τους σε 28 κατά μέσο όρο, και η πρόπολη σε 15. Βέβαια, δεν τίθεται το ζήτημα της αντικατάστασης της πρώτης με τη δεύτερη, καθώς στη συνέχεια, οι Κροάτες ερευνητές αποδεικνύουν ότι συνδυάζοντας τη χημειοθεραπεία και την πρόπολη, ο αριθμός των μεταστάσεων πέφτει σε 4!
Μία άλλη έρευνα, προερχόμενη από Ιάπωνες, καταλήγει σε ανάλογο αποτέλεσμα όσον αφορά το μέγεθος των όγκων. Ο συνδυασμός της μιτομυκίνης ή της 5-FU, δύο παραγόντων της θεραπείας του καρκίνου, με την πρόπολη είναι δυνατό να εμποδίσει την ανάπτυξη των όγκων σε περίοδο μόλις τριών εβδομάδων, ενώ η χημειοθεραπεία αυτό που κάνει δεν είναι παρά να την επιβραδύνει.
Τέλος η πρόπολη βελτιώνει την ποιότητα του αίματος κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας είναι ευρέως γνωστές. Μεταξύ αυτών, οι επιπτώσεις στην ποιότητα του αίματος, και ιδιαίτερα η μείωση του αριθμού των λευκών και ερυθρών αιμοσφαιρίων θέτει κάποιες φορές σε κίνδυνο τη συνέχιση της θεραπείας. Ή αλλιώς θα λέγαμε ότι είναι μία καταστροφική συνέπεια στις περισσότερες των υποθέσεων. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση, αν συνδυαστεί η πρόπολη και η χημειοθεραπεία, τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά. Τα λευκά αιμοσφαίρια εξακολουθούν να μειώνονται, μόνο που τώρα ο ρυθμός μείωσης είναι κατά το ήμισυ μικρότερος. Όσον αφορά τα ερυθρά αιμοσφαίρια, ο αριθμός τους επανέρχεται συνήθως στο φυσιολογικό έπειτα από περίοδο 35 ημερών θεραπείας. Συνοπτικά, είναι δυνατό να επιβεβαιωθεί ότι η χρήση της πρόπολης συμβάλλει σημαντικά και είναι αναπόσπαστος παράγοντας της πρόληψης και της θεραπείας του καρκίνου, χωρίς, βέβαια, ποτέ να καταργείται η κλασική ιατρική (Roch, 2008).
Αντιφλεγμονώδης δράση της πρόπολης
Μια από τις παραδοσιακά ευεργετικές ιατρικές ιδιότητες της πρόπολης είναι η αντιφλεγμονώδης δράση της, αφού η πρόπολη χρησιμοποιείται συνήθως για τη θεραπεία μερικών φλεγμονωδών δερματικών ασθενειών (Marcucci, 1995). Η φλεγμονή είναι συνδεμένη με διάφορες ασθένειες.
Οι Ivanovska et al. (1995) παρατήρησε μια σημαντική μείωση οξείας φλεγμονής που προκλήθηκε σε ποντίκια μετά από του στόματος εφαρμογή υδροδιαλυτών συστατικών πρόπολης σε μια δόση 150 mg/kg. Το αιθανολικό εκχύλισμα πρόπολης βρέθηκε να καταστέλλει την παραγωγή προσταγλαδίνης και της λευκοτριένης από τα περιτοναϊκά μικροφάγα ποντικών in vitro και κατά τη διάρκεια προκληθείσας οξείας φλεγμονής in vivo. Η αντιφλεγμονώδης δράση της πρόπολης οφείλεται στα φλαβονοειδή και στον φαιναιθυλεστέρα του καφεϊκού οξέος λόγω κυρίως της αντιοξειδωτικής τους δράσης (Banskota et al., 2001).